- τριηραύλης
- τρῐηρ-αύλης, ου, ὁ,A flute-player who gave the time to the rowers in the trireme, D.18.129, Phld.Mus.p.72 K., Poll.1.96, 4.71.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τριηραύλης — flute player who gave the time to the rowers in the trireme masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τριηραύλης — ὁ, Α αυλητής που έδινε στους κωπηλάτες τών τριήρων τον ρυθμό και τον χρόνο τής κωπηλασίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < τριήρης + αύλης (< αὐλός), πρβλ. καλαμ αύλης] … Dictionary of Greek
τριηραύλαις — τριηραύλης flute player who gave the time to the rowers in the trireme masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τριηραύλην — τριηραύλης flute player who gave the time to the rowers in the trireme masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Триера — (τριήρης) у древних греков трехгребное судно, на котором гребцы располагались в три яруса. Гребцы размещались у обоих бортов Т.; сидевшие в первом, верхнем ярусе назывались франитами (θρανϊται). Немного ниже сидели зевгиты (ζευγιται), еще ниже… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона